τηρητής

τηρητής
ο, θηλ. τηρήτρια, η, ΝΜΑ [τηρῶ (Ι)]
νεοελλ.
αυτός που τηρεί κάτι, που με σεβασμό τό διαφυλάττει (α. «τηρητής τών νόμων» β. «πιστός τηρητής τών εθίμων»)
μσν.-αρχ.
1. αυτός που παρατηρεί, που εποπτεύει κάτι
2. φρουρός, φύλακας («ὁ ὀφθαλμὸς δίκης τηρητής»).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • τηρητής — keeper masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητής — ο αυτός που φυλάγει κάτι, που συμμορφώνεται σε κάτι: Ο τηρητής των νόμων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τηρηταί — τηρητής keeper masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητήν — τηρητής keeper masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κνισοτηρητής — κνισοτηρητής, o (Α) κνισοδιώκτης*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κνῖσα + τηρητής (< τηρῶ), πρβλ. τοπο τηρητής] …   Dictionary of Greek

  • τηρητάς — τηρητά̱ς , τηρητής keeper masc acc pl τηρητά̱ς , τηρητής keeper masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έξαρχος — Ονομασία του αρχηγού στα πρώτα χρόνια του Βυζαντίου της στρατιωτικής μονάδας, που λεγόταν alanumerus. Αργότερα, έως τον 6o αι., ο τίτλος αποδιδόταν σε όλους τους στρατιωτικούς αξιωματούχους ανεξάρτητα από τον βαθμό που έφεραν. Στη συνέχεια, όμως …   Dictionary of Greek

  • δογματοφύλαξ — ο φύλακας, τηρητής τών εκκλησιαστικών δογμάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < δόγμα ( ατος) + φύλαξ. Η λ. μαρτυρείται από το 1815 στον Γρηγόριο Δέρκων] …   Dictionary of Greek

  • καιροτηρησία — καιροτηρησία, ἡ (Α) ο καιροσκοπισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < καιρός + τηρησία (< τηρητής < τηρῶ), πρβλ. τοπο τηρησία] …   Dictionary of Greek

  • λεπτεπίλεπτος — η, ο (AM λεπτεπίλεπτος, ον) υπερβολικά λεπτός, ισχνός, λεπτότατος νεοελλ. 1. πολύ ευαίσθητος, ασκληραγώγητος, λεπτοφυής, ευπρόσβλητος σε ασθένειες 2. εξεζητημένος στους τρόπους, στην περιβολή και στην εμφάνιση ή σχολαστικός τηρητής τής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”